Σύνδρομο πρόσκρουσης (impingement syndrome)

Τι είναι;

Το σύνδρομο πρόσκρουσης είναι η κατάσταση στην οποία ο τένοντας του υπερακανθίου μυός προσκρούεται στην επιφάνεια του ακρωμίου. Φυσιολογικά ανάμεσα στο ακρώμιο (μια οστική προεξοχή της ωμοπλάτης) και στην κεφαλή του βραχιονίου οστού υπάρχει ένα «κενό» στο οποίο επιτρέπεται η ελεύθερη κίνηση του τένοντα του υπερακανθίου (ένας μυς ο οποίος ελέγχει την απαγωγή). Η οποιαδήποτε διαταραχή της ελεύθερης κίνησης του τένοντα και της τριβής του στο ακρώμιο δημιουργεί φλεγμονή του τένοντα και παθολογία του.

Είναι συχνό;

Το σύνδρομο πρόσκρουσης είναι μακράν η πιο συχνή παθολογία του ώμου και μπορεί να περιγραφεί με όρους όπως τενοντίτιδα ώμου, τενοντίτιδα υπερακανθίου, σύνδρομο υπακρομιακής προστριβής, ορογονοθυλακίτιδα, κ.ά.

 

Που οφείλεται;

Ως αίτιο φαίνεται να είναι ο χρόνιος τραυματισμός του τένοντα, ο οποίος δημιουργεί μια φλεγμονή και μια πάχυνσή του με αποτέλεσμα το αυξημένο πάχος να οδηγεί στην πρόσκρουσή του με το ακρώμιο. Αυτό γίνεται λόγω επαναλαμβανόμενων κινήσεων του χεριού πάνω από το επίπεδο του ώμου. Συνήθως το άτομο εργάζεται ή αθλείται χρησιμοποιώντας έντονα τα χέρια του. Η ηλικία δεν φαίνεται να παίζει κάποιο ρόλο. Άλλα αίτια είναι οι εκ γενετής διαταραχές της ανατομίας του χώρου και η κύφωση.

Πώς θα το καταλάβω;

Τη διάγνωση θα σας τη δώσει ο ορθοπεδικός γιατρός σας. Το ιστορικό και η κλινική εξέταση συνήθως θα το επιβεβαιώσουν, χωρίς όμως να αποκλείεται η ανάγκη για κάποιον υπέρηχο ή μια μαγνητική τομογραφία. Η πάθηση αυτή προκαλεί πόνο ιδιαίτερα κατά την κίνηση της απαγωγής και της έξω στροφής του βραχίονα. Ο πόνος πολλές φορές εντείνεται τις ώρες του ύπνου με αποτέλεσμα ακόμα και την αφύπνιση του ασθενούς. Ο πόνος δεν εντοπίζεται πάντα στο ίδιο σημείο. Συνήθως αναφέρεται στην περιοχή του ώμου και στην πρόσθια επιφάνεια του βραχιονίου μέχρι τον αγκώνα. Αναλόγως την εξέλιξη της πάθησης μπορεί να υπάρχει και μια αδυναμία ανύψωσης του άνω άκρου, ενώ οι επώδυνες κινήσεις που περιγράφονται είναι το χτένισμα των μαλλιών, το κούμπωμα του στηθόδεσμου και γενικότερα η ανύψωση του άνω άκρου πάνω από το επίπεδο της κεφαλής. Επίσης μπορεί σε συγκεκριμένες κινήσεις ο ασθενής να αισθάνεται κριγμούς.   

Σημαντικό κομμάτι είναι η διαφοροδιάγνωση και ο καθορισμός του πραγματικού προβλήματος. Συχνά μπορεί να συνυπάρχουν προβλήματα ρήξεων ή μικρορήξεων του πετάλου των στροφέων, οπότε η αντιμετώπιση αλλάζει.  

 

Θεραπεία

Σε γενικό πλαίσιο θα μπορούσαμε να πούμε ότι η θεραπεία εξειδικεύεται ανάλογα με το ακριβές πρόβλημα. Στα πρώτα στάδια της πάθησης συνίσταται από τους ορθοπεδικούς συντηρητική θεραπεία με χρήση φαρμάκων (από το στόμα ή ενέσιμων) και η εφαρμογή του κατάλληλου φυσικοθεραπευτικού προγράμματος. Η εμμονή των συμπτωμάτων μετά από έξι μήνες και η μη βελτίωση του ασθενούς τον οδηγούν σε αρθροσκοπικό χειρουργείο.

 

Κατάλληλο φυσικοθεραπευτικό πρόγραμμα

Η προσπάθεια ελέγχου και περιορισμού της φλεγμονής είναι το πρώτο μας μέλημα. Σε γενικά πλαίσια θα μπορούσαμε να πούμε ότι η χρήση κλασικών μέσων (υπέρηχα, ΤΕΝΣ, διαθερμίες) βοηθούν ελάχιστα, γιατί μπορεί να ανακουφίζουν τον ασθενή από τον πόνο αλλά δεν θεραπεύουν το αίτιο, το οποίο παραμένει να είναι η πρόσκρουση του τένοντα. Ένας τομέας ο οποίος πρέπει να παρέμβουμε είναι η εκπαίδευση του ασθενούς και η ενημέρωσή του. Πρέπει να αποφεύγεται η έκθεση του ατόμου σε εκλυτικούς παράγοντες. Η χρήση του κατάλληλου προγράμματος ενδυνάμωσης των μυών του ώμου για τη σταθεροποίηση της άρθρωσης και τον έλεγχό της είναι θεμελιώδους σημασίας, ενώ επίσης η γνώση της κίνησης από τον ίδιο τον ασθενή βοηθά στην επούλωση της πάθησης. Τέλος, τεχνικές κινητοποίησης της άρθρωσης οδηγούν πολλές φορές σε θεαματικά αποτελέσματα.